Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

της τουρμπίνας

См. также в других словарях:

  • φτερό — Καθένας από τους κεράτινους σχηματισμούς του δέρματος που, μαζί με τα πούπουλα, καλύπτουν το σώμα των πουλιών. Σε ένα φ. διακρίνονται ο άξονας ή μεσαίο στέλεχος και το γένειο. Το κατώτερο μέρος του άξονα, που ονομάζεται κάλαμος, είναι κοίλο,… …   Dictionary of Greek

  • Καπίτσα, Πιοτρ Λεονίντοβιτς — (Piotr Leonidovich Kapitsa, 1894 – 1984). Ρώσος φυσικός. Σπούδασε στο τμήμα φυσικής του πολυτεχνείου της Πετρούπολης και στη συνέχεια εργάστηκε στο ίδιο πολυτεχνείο ως βοηθός. Σύντομα όμως βρέθηκε στην Αγγλία, όπου εργάστηκε στο πανεπιστήμιο του… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»